Πέμπτη, 18 Απριλίου 2024

Εισήγηση του Υπουργού Υγείας, Ανδρέας Ξανθού στην ημερίδα της Eυρωομάδας της Αριστεράς (GUE) για την Υγεία και το Φάρμακο

06/11/2018
Εισήγηση του Υπουργού Υγείας, Ανδρέας Ξανθού στην ημερίδα της Eυρωομάδας της Αριστεράς (GUE) για την Υγεία και το Φάρμακο

Βρυξέλλες 6/11/2018

  • Η Ευρώπη σε κρίση: στροφή στον εθνικισμό, την ξενοφοβία και την επιθετική ακροδεξιά πολιτική. Ανάγκη δημοκρατικής και κοινωνικής επανίδρυσης της ΕΕ. Αντί για την Ευρώπη των ανισοτήτων, της λιτότητας, του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας, τώρα είναι η ώρα για περισσότερο αλληλέγγυα, κοινωνική και δημοκρατική Ευρώπη. Τώρα είναι η ώρα για εδραίωση και διεύρυνση του ευρωπαϊκού κοινωνικού κεκτημένου, για την ισότιμη πρόσβαση στην Εργασία, στην Υγεία, στην Εκπαίδευση και στην Κοινωνική Προστασία, για επένδυση στα σύγχρονα κοινωνικά δικαιώματα. Μπροστά στις ευρωεκλογές είναι επείγουσα ανάγκη να αναδειχθεί με σαφή και συστηματικό τρόπο η διαχωριστική γραμμή Αριστεράς-Δεξιάς. Προνομιακό πεδίο για τη διακριτή πολιτική ατζέντα της ευρωπαϊκής Αριστεράς είναι η αντιμετώπιση του δημοκρατικού ελλείματος στα όργανα της ΕΕ, η κοινωνική πολιτική, οι πολιτικές συμπερίληψης και μείωσης των ανισοτήτων, η βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη, το Κράτος Πρόνοιας, η Δημόσια Περίθαλψη, η πολιτική για το φάρμακο.
  • Καθολική κάλυψη-Ισότητα στην Υγεία: αποτελεί «διαιρετική τομή» μεταξύ προοδευτικής και νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Η άρση των υγειονομικών ανισοτήτων, η μείωση των ανεκπλήρωτων ιατρικών αναγκών και η προώθηση πολιτικών ισότητας στην Υγεία μέσω της γραμμής της καθολικής κάλυψης και της έμφασης στην ΠΦΥ, την πρόληψη και τη Δημόσια Υγεία, συμπυκνώνει το αριστερό πρόσημο στην Ευρώπη της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας και των πολιτικών λιτότητας. Η πρόσβαση των ευρωπαίων πολιτών στα αναγκαία φάρμακα, χωρίς δυσβάστακτες οικονομικές επιβαρύνσεις, χωρίς αποκλεισμούς και με βιώσιμο τρόπο για τα Δημόσια Συστήματα Υγείας και Κοινωνικής Ασφάλισης, εντάσσεται ακριβώς σ’ αυτή τη γραμμή.
  • Φάρμακο: η προσέγγιση της Αριστεράς

Αποτελεί βασική αξιακή παραδοχή της Αριστεράς ότι το Φάρμακο δεν αποτελεί απλό εμπορικό προϊόν αλλά ένα μείζονος σημασίας κοινωνικό αγαθό που δεν μπορεί να διέπεται από τους κανόνες της αγοράς και του ελεύθερου ανταγωνισμού. Το φάρμακο είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος όπου η οικονομία της αγοράς αδυνατεί να λειτουργήσει με όρους ευρύτερου κοινωνικού συμφέροντος. Η επιστημονική έρευνα παράγει φαρμακευτική και βιοτεχνολογική καινοτομία που μπορεί να συμβάλλει στην ανακούφιση των ασθενών και να επηρεάσει την πρόγνωση ή ακόμα και να θεραπεύσει σοβαρά και απειλητικά για τη ζωή νοσήματα, αλλά η πρόσβαση των ανθρώπων σε αυτά, ακόμα και σε αναπτυγμένες χώρες, δεν είναι αυτονόητη ούτε δεδομένη λόγω των πολύ υψηλών τιμών που διαμορφώνονται αυθαίρετα χωρίς ουσιαστική αποτίμηση της σχέσης κόστους- προστιθέμενης θεραπευτικής αξίας. Το επιχειρηματικό μοντέλο της έρευνας και ανάπτυξης φαρμάκων είναι σε αδιέξοδο, καθώς είναι πολύ δύσκολο να συνδυάσει την κάλυψη των πραγματικών κοινωνικών αναγκών με το βραχυπρόθεσμο εταιρικό κέρδος. Όπως κυνικά παραδέχεται ακόμα και η Goldman Sachs σε μια πρόσφατη επισκόπηση της φαρμακευτικής βιομηχανίας, η ανακάλυψη φαρμάκων που εκριζώνουν ασθένειες, όπως η επαναστατική θεραπεία για την εξάλειψη της ηπατίτιδας C, είναι αποτυχημένες εμπορικές δραστηριότητες, καθώς οδηγούν σε φθίνουσες αποδόσεις και άρα περιορισμένα κέρδη.

Οι βιομηχανίες φαρμάκων διαθέτουν μεγάλη οικονομική ισχύ που υπερβαίνει τη διαπραγματευτική ικανότητα μεμονωμένων και μικρών χωρών και σε συνδυασμό με το έλλειμμα εμπειρίας και τεχνογνωσίας διαπραγμάτευσης αρκετών κρατών-μελών, έχουν επιβάλλει μηχανισμούς τιμολόγησης και αποζημίωσης που υπονομεύουν το δικαίωμα των ασθενών στην ευχερή πρόσβαση σε καινοτόμα και αποτελεσματικά φάρμακα. Η επίπτωση της φαρμακευτικής καινοτομίας στη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη εκτιμάται από τον ΠΟΥ στο επίπεδο του 7,5-10% ετησίως. Αυτή την περίοδο είναι στην τελική φάση αδειοδότησης νέες θεραπείες για τη λευχαιμία που έχουν ήδη πάρει έγκριση από το FDA, οι οποίες κοστίζουν 0,5-1 εκ. δολάρια το χρόνο ανά ασθενή. Επίσης είναι σε εξέλιξη τα επιτεύγματα στον τομέα της μοριακής ιατρικής, της ιατρικής ακριβείας και των πανάκριβων γονιδιωματικών θεραπειών. Όλα αυτά καθιστούν μη βιώσιμο το σύστημα σε οποιαδήποτε χώρα και για να μην γίνει στο μέλλον η πρόσβαση στα νέα φάρμακα προνόμιο μόνο των πλουσίων, επιβάλλεται η επανεξέταση του σημερινού πλαισίου φαρμακευτικής πολιτικής τόσο στην Ευρώπη, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.

  • Κρίσιμες προκλήσεις για τη φαρμακευτική πολιτική:
  1. Ισότιμη και εγγυημένη πρόσβαση στη φαρμακευτική καινοτομία
  2. Μείωση συμμετοχής των ασθενών στο κόστος
  3. Αποτελεσματικός έλεγχος της συνταγογράφησης μέσα από κανόνες τεκμηριωμένης ιατρικής

Η δυνατότητα πρόσβασης των ασθενών σε πραγματικά καινοτόμα φάρμακα με τεκμηριωμένo κλινικό όφελος και θετική επίδραση στην εξέλιξη της νόσου και την ποιότητα ζωής, είναι κρίσιμη πολιτική προτεραιότητα. Στην Ελλάδα δίνουμε πλέον πολύ μεγάλη βαρύτητα στην έννοια της καθολικότητας και της ισότητας στην πρόσβαση σε ποιοτική δημόσια φροντίδα υγείας, χωρίς καταστροφικές οικονομικές επιπτώσεις στους πολίτες. Η διασφάλιση της πρόσβασης στη φαρμακευτική καινοτομία προϋποθέτει:

  1. 1. Αλλαγή πλαισίου σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, με στόχο τη μεγαλύτερη διαφάνεια στα κόστη έρευνας και ανάπτυξης των νέων φαρμάκων, τη δημοσιοποίηση των δεδομένων από τις κλινικές μελέτες, την κοινή προσέγγιση στο θέμα της πρώιμης πρόσβασης στα καινοτόμα φάρμακα, στα «ορφανά» και στα φάρμακα εκτός ενδείξεων, ακόμα και την επανεξέταση του σημερινού καθεστώτος προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων. Πρέπει να ευνοηθούν δημόσιες πολιτικές στην έρευνα και στην παραγωγή των νέων φαρμάκων, πρέπει να αναζητήσουμε εναλλακτικούς τρόπους επιβράβευσης της φαρμακευτικής καινοτομίας. Επίσης πρέπει να ξαναδούμε τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε σχέση με το φάρμακο και να ενισχύσουμε προσεγγίσεις για κοινή ευρωπαϊκή πολιτική σε θέματα αξιολόγησης της φαρμακευτικής καινοτομίας(ΗΤΑ), διαπραγμάτευσης «δίκαιων» τιμών αποζημίωσης, επένδυσης περισσότερων δημόσιων πόρων για κλινικές μελέτες και ερευνητικά προγράμματα που δεν έχουν «αγοραίο» ενδιαφέρον.
  2. 2. Συντονισμός σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τη συλλογική αντιμετώπιση των ελλείψεων φαρμάκων, είτε λόγω προβλημάτων στην παραγωγή είτε λόγω αθέμιτων εταιρικών πρακτικών ( το πρόβλημα αφορά κυρίως εμβόλια, ορφανά φάρμακα, παράγωγα αίματος, αποτελεσματικά παλιά φάρμακα σε μη «συμφέρουσες» τιμές κλπ ). Χρειάζεται ευρωπαϊκό monitoring για τις ελλείψεις, επανεξέταση της δυνατότητας παράλληλων εξαγωγών, συνέργειες για την παραγωγή και διάθεση δυσεύρετων φαρμάκων.
  3. 3. Διακρατική συνεργασία. Η σημερινή ανισότιμη σχέση των μεμονωμένων κρατών με τις πολυεθνικές επιβάλλει πολυμερείς συνεργασίες για κοινή αξιολόγηση( ΗΤΑ) και πραγμάτευση προσιτών τιμών αποζημίωσης, ανάπτυξη συνεργασιών στο πεδίο της έρευνας, ανταλλαγή κλινικών δεδομένων για τις τελικές εκβάσεις της φαρμακευτικής αγωγής, διάχυση πληροφοριών και τεχνογνωσίας σε θέματα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων, δημιουργίας μητρώων ασθενών κλπ. Ήδη υπάρχουν δύο τέτοιες «συμμαχίες» χωρών, η BeneluxA (Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο, Αυστρία στην οποία πρόσφατα προσχώρησε η Δανία και η Ιρλανδία) και η «Πρωτοβουλία της Βαλέτα» ( Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα, Μάλτα, Κύπρος, Ρουμανία, Σλοβενία, Κροατία). Μπορεί ακόμα αυτές οι κινήσεις να μην έχουν επηρεάσει αισθητά το ευρωπαϊκό τοπίο, είμαστε όμως αισιόδοξοι ότι σιγά-σιγά οι συσχετισμοί θα αλλάζουν και ότι θα ενισχύεται η πλευρά του δημόσιου συμφέροντος και των αναγκών των ασθενών. Αρκεί όλοι, ευρωπαϊκοί θεσμοί, κράτη-μέλη, κόμματα, συνδικάτα, κινήματα, ΜΚΟ, σύλλογοι ασθενών και, κυρίως, φαρμακευτικές εταιρείες, να συνειδητοποιήσουν ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος.

Είναι σημαντικό ζήτημα πολιτικής συνοχής για την ΕΕ να ενισχυθούν μηχανισμοί συνεργασίας και αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών σ’ αυτόν τον τομέα, περιορίζοντας τη δυνατότητα της φαρμακοβιομηχανίας να εκμεταλλεύεται τη δεσπόζουσα ή μονοπωλιακή θέση της στην αγορά και να ασκεί πιέσεις, να απειλεί με αποσύρσεις, να θέτει σε μειονεκτική θέση τους ασθενείς και τα Συστήματα Υγείας ολόκληρων χωρών. Η ευρωπαϊκή Αριστερά οφείλει να αναδείξει τη διαχωριστική γραμμή « δικαίωμα στην πρόσβαση + βιωσιμότητα των δημόσιων συστημάτων υγείας» από τη μια και «κερδοσκοπικά επιχειρηματικά συμφέροντα» από την άλλη. Η ευρωπαϊκή Αριστερά ( GUE) μπορεί να παίξει καταλυτικό ρόλο στην αναζήτηση προοδευτικών απαντήσεων στην κρίση της φαρμακευτικής πολιτικής και στην προώθηση των αναγκαίων πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών. Και οι απαντήσεις αυτές μόνο σε ευρωπαϊκό- και όχι σε εθνικό- επίπεδο μπορούν να δοθούν. Αυτό θα ενισχύσει την ιδέα της αλλαγής αρχιτεκτονικής της Ευρώπης και θα αποτελέσει την καλύτερη απάντηση στην εθνικιστική αναδίπλωση και στην επιρροή της ακροδεξιάς που εκμεταλλεύεται τα αδιέξοδα της νεοφιλελεύθερης ΕΕ και την απροθυμία της να ασχοληθεί με αυτά τα ζωτικά και ευαίσθητα για την καθημερινότητα των ανθρώπων κοινωνικά προβλήματα.